Πτῴου

Πτῴου
Πτῷος
the festival of Apollo
masc/fem/neut gen sg
Πτῷος
the festival of Apollo
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Πτώου — Πτῶος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουσείο Μπενάκη — Το Μ.Μ. μετά από εργασίες που διήρκεσαν επτά περίπου χρόνια, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό στις 7 Iουνίου 2000. Tο στεγασμένο σε ένα από τα επιβλητικότερα νεοκλασικά κτίρια της Aθήνας (Κουμπάρη 1) μουσείο ιδρύθηκε από τον ευπατρίδη Aντώνη… …   Dictionary of Greek

  • Πτώον — Χαμηλό όρος (726 μ.) της Βοιωτίας, Α της Κωπαΐδας, Β της λίμνης Υλίκης. Στην αρχαιότητα ήταν περίφημο για το ιερό του Πτώου Απόλλωνα που υπήρχε εκεί, Δ της σημερινής μονής Πελαγίας. Στο ιερό, όπου υπήρχε και μαντείο, τελούνταν τα Πτώια, μουσικοί… …   Dictionary of Greek

  • κούρος — Μαρμάρινο αναθηματικό ή επιτύμβιο άγαλμα της μνημειακής ελληνικής αρχαϊκής πλαστικής, που απεικονίζει νέους σε όρθιο γυμνό. Ο εικαστικός τύπος του κ., εμπνευσμένος από αιγυπτιακά πρότυπα, εμφανίζεται όρθιος, μετωπικός, με φαρδείς ώμους, λεπτή… …   Dictionary of Greek

  • μαντείο — Ο τόπος όπου κατά την αρχαιότητα πιστευόταν ότι επικοινωνούσε ο θεός με τον άνθρωπο και εξέφραζε τη θέλησή του με χρησμό. Ο θεός επιδοκίμαζε ή αποδοκίμαζε μια πράξη του παρελθόντος, προειδοποιούσε για ένα μελλοντικό γεγονός ή συμβούλευε για την… …   Dictionary of Greek

  • πτώιος — και πτῷος, ὁ, Α [Πτῷον] 1. ως κύριο όν. Πτώιος και Πτῷος προσωνυμία τού Απόλλωνος, από το όρος Πτῷον τής Βοιωτίας 2. φρ. «τὰ Πτώια» γιορτή προς τιμήν τού Πτώου Απόλλωνος …   Dictionary of Greek

  • Ακραιφίαι — Αρχαία μικρή πόλη της Βοιωτίας, κοντά στην Κωπαΐδα, όπου κατέφυγαν οι Θηβαίοι για να αποφύγουν τον θυμό του νικητή Μεγάλου Αλεξάνδρου, επειδή είχαν αρνηθεί να παραδοθούν στον στρατό του, το 335 π.Χ. Κοντά της βρισκόταν ο ναός του Πτώου Απόλλωνα.… …   Dictionary of Greek

  • Ακραίφνιο — Μεγάλος ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ., 1.256 κάτ.) στην πρώην επαρχία Θηβών του νομού Βοιωτίας. Αποτελεί έδρα του δήμου Ακραιφνίας. Το Α. είναι χτισμένο στους πρόποδες του Πτώου …   Dictionary of Greek

  • Θήβα — Πόλη (υψόμ. 180 μ., 21.211 κάτ.) του νομού Βοιωτίας, έδρα του δήμου Θηβαίων και, παλαιότερα (έως το 1997), της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, σε ίση απόσταση από τον Ευβοϊκό και τον Κορινθιακό κόλπο, στο κέντρο μιας… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Εθνικό Αρχαιολογικό (Αθηνών) — Το κτίριο της οδού Πατησίων 44 που στεγάζει το μεγαλύτερο μουσείο της χώρας άρχισε να χτίζεται το 1866, υπό την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Παναγή Κάλκου, σε σχέδια του Ludwig Lange. Η αποπεράτωση της πρώτης οικοδομικής φάσης, με ορισμένες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”